Σαν σήμερα, πριν από 59 χρόνια, ο «Σταυραετός του Μαχαιρά» σκοτώνεται από τους Άγγλους.
Ο Γρηγόρης Αυξεντίου γεννήθηκε στις 22 Φεβρουαρίου του 1928 στο κατεχόμενο χωριό Λύση. Οι γονείς του, Πιερής και Αντωνού, ήταν εύποροι αγρότες. Είχε μια αδερφή, την Χρυσταλλού Αυξεντίου-Σουρουλλά.
Ο Γρηγόρης μετά το δημοτικό σχολείο του χωριού του φοίτησε στο Ελληνικό Γυμνάσιο Αμμοχώστου και ακολούθως αποφάσισε να πάει στην Ελλάδα για να σπουδάσει στη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών Πεζικού.
Αφού αποφοίτησε, έκανε τη στρατιωτική του θητεία στον 1ο λόχο του 613ου τάγματος πεζικού, στα Ελληνοβουλγαρικά σύνορα ως Έφεδρος Ανθυπολοχαγός Πεζικού, για λίγους μήνες και στις 15/11/1952 τελειώνοντας τη θητεία του επέστρεψε στην Κύπρο, όπου άρχισε να εργάζεται στα κτήματα του πατέρα του σαν οδηγός, μεταφέροντας εργάτες από τη Λύση στην Αμμόχωστο. Εκείνη την περίοδο αρραβωνιάζεται.
Στις 20 Ιανουαρίου 1955 ο Γρηγόρης μυήθηκε στον αγώνα κατά των Άγγλων.
Την άνοιξη του ιδίου χρόνου συμμετείχε στις επιθέσεις κατά της Ηλεκτρικής Εταιρείας και του Ραδιοφωνικού Σταθμού της Λευκωσίας.
Μπαίνοντας στον αγώνα του δόθηκαν τα εξής ψευδώνυμα: «Ζήδρος», «Ρήγας», «Αίαντας», «Άρης», «Μάστρος», «Ανταίος» και «Ζώτος».
Αγωνίστηκε σκληρά στην αντίσταση κατά των Άγγλων και πολύ γρήγορα διακρίθηκε για τις ηγετικές του ικανότητες και του δόθηκε η θέση του υπαρχηγού της Ε.Ο.Κ.Α.
Στις αρχές του αγώνα υπηρέτησε ως Τομεάρχης Αμμοχώστου-Βαρωσίων.
Ήταν ηγετική φυσιογνωμία και διέθετε οργανωτικές και στρατιωτικές αρετές. Ήταν ο μόνος από τους νεαρούς μαχητές που διέθετε στρατιωτική κατάρτιση, αλλά παράλληλα διακρινόταν για τις πνευματικές του αρετές, την αγάπη και τη στοργή που έδειχνε προς τους συντρόφους του, τους οποίους και στήριζε, ενδυνάμωνε και ενίσχυε με σθένος, αγωνιστικότητα και αυταπάρνηση.
Την 1η Απριλίου 1955 καταζητήθηκε από τους Άγγλους για τη συμμετοχή του στον Αγώνα και μετατέθηκε στην επαρχία Κυρήνειας, όπου υπηρέτησε ως τομεάρχης της ΕΟΚΑ μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1955.
Από τον Δεκέμβριο του 1955 διετέλεσε τομεάρχης Πιτσιλιάς, μέχρι τις 3 Μαρτίου του 1957 που έπεσε μαχόμενος.
Ένα από τα σημαντικότερα κρησφύγετα που χρησιμοποίησε ο Γρηγόρης Αυξεντίου τον καιρό του αγώνα βρίσκεται στην καρδιά του Παλαιχωρίου, δίπλα από την Εκκλησία της Παναγίας Χρυσοπαντάνασσας, στο υπόγειο του σπιτιού του Ανδρέα και της Μαρίτσας Καραολή.
Κτίστηκε, με υπόδειξη του ιδίου του ήρωα το καλοκαίρι του 1956, από τους αντάρτες του Γεώργιο Μάτση, Λεωνίδα Στεφανίδη και Αντώνη Παπαδόπουλο σε συνεργασία με τον Ανδρέα Καραολή και την τεχνική βοήθεια του Σπύρου Μιχαηλίδη.
Οι Άγγλοι δεν μπορούσαν να τον πιάσουν και τον είχαν επικηρύξει αρχικά με 250 λίρες και στην συνέχεια, με το υπέρογκο για την εποχή, ποσό των 5.000 λιρών, επειδή ανατίναξε αγγλικές περιουσίες.
Μετά την επικήρυξη του καταφεύγει στην οροσειρά τού Πενταδάκτυλου, σε μια φυσική στενόχωρη σπηλιά. Εκεί τον βρήκε ο βοσκός από τη Λάπηθο, γέρο Γιώργος Ζοππής και άρχισε να τον τροφοδοτεί, εκμεταλλευόμενος το επάγγελμά του που δικαιολογούσε την καθημερινή παρουσία του στο βουνό. Εκεί ο Αυξεντίου μαθαίνει στους αγωνιστές την χρήση των όπλων, καθώς και τεχνικές ανταρτοπόλεμου.
Κρυφά παντρεύτηκε την Βασιλική μια νύχτα στο μοναστήρι του Αχειροποιήτου στις 10 Ιουνίου 1955.
Ποτέ οι Άγγλοι δεν μπόρεσαν να πιάσουν το «Ζήδρο» όσες προσπάθειες και αν κάνανε. Πάντα τους ξέφευγε. Οι μάχες διαδέχονται η μια την άλλη: Αγύρτα, Λάπηθος, Πεδουλάς, Δευτερά.
Στις 11 Δεκεμβρίου 1955 επέδειξε τις εξαίρετες στρατιωτικές του ικανότητες στην ιστορική μάχη των Σπηλιών, παρασύροντας δυο φάλαγγες των Άγγλων στρατιωτών, που ανηφόριζαν προς τα κρησφύγετα, να συγκρουστούν μεταξύ τους.
Πολλά και τα κουφάρια που οι αποικιοκράτες αναγκάστηκαν να μετρήσουν στα Χανδριά, το Μάρτιο του 1956. Εκεί έπεσε ένας από τους καλύτερους πολεμιστές του Αυξεντίου, ο Χρήστος Τσιάρτας. Το Πάσχα του 1956 βρίσκει τον ήρωα ν’ αναρρώνει στο μοναστήρι του Μαχαιρά, μετά από εγχείρηση.
Στα τέλη Φεβρουαρίου 1957 οι αγγλικές δυνάμεις ασφαλείας έλαβαν την πληροφορία από ένα βοσκό ότι ο Αυξεντίου και η ομάδα του κρύβονται σε μια σπηλιά κοντά στη Μονή Μαχαιρά. Αμέσως, απόσπασμα από 60 στρατιώτες έφθασε εκεί το απόγευμα της 2ας Μαρτίου.
Περικύκλωσε τη σπηλιά και κάλεσε τον Αυξεντίου να παραδοθεί. Ο επικεφαλής του βρετανικού αποσπάσματος, ανθυπολοχαγός Μίντλετον, πλησίασε την είσοδο της σπηλιάς και φώναξε: “Ρίξε τα όπλα σου και παραδώσου, αλλιώς θα επιτεθούμε”. Κάποιος απάντησε: “Καλά παραδινόμαστε”.
Οι συναγωνιστές του Ανδρέας Στυλιανού, Αυγουστής Ευσταθίου, Αντώνης Παπαδόπουλος και Φειδίας Συμεωνίδης βγήκαν έξω, o Αυξεντίου όχι. Ο Μίντλετον τον κάλεσε και πάλι να παραδοθεί, αλλά έλαβε την υπερήφανη απάντηση “Μολών λαβέ”.
Αμέσως, τέσσερις στρατιώτες όρμησαν μέσα στην σπηλιά. Ο Αυξεντίου τους υποδέχτηκε με καταιγιστικά πυρά. Οι τρεις Βρετανοί οπισθοχώρησαν έντρομοι, ο τέταρτος, ένας δεκανέας, έπεσε νεκρός.
Ο Μίντλετον ζήτησε ενισχύσεις, οι οποίες κατέφθασαν αμέσως με ελικόπτερα. Η μάχη συνεχίσθηκε για 10 ώρες, χωρίς αποτέλεσμα για τους επιτιθέμενους. Σκοπός του Γρηγόρη ήταν να κρατήσει τη μάχη μέχρι να νυχτώσει και επωφελούμενος από το σκοτάδι να διαφύγει.
Οι Άγγλοι στρατιώτες, που αντιλήφθηκαν τον σκοπό του έριξαν στη σπηλιά βόμβες πετρελαίου. Τεράστιες φλόγες κάλυψαν το σπήλαιο, για να τυλίξουν σε λίγο το κορμί του Αυξεντίου. Η μάχη τελείωσε στις 2 το βράδυ της 3ης Μαρτίου 1957. Το πτώμα του ηρωικού αγωνιστή βρέθηκε απανθρακωμένο.
Το καρβουνιασμένο πτώμα του αναγνώρισε πρώτος ο πατέρας του στο στρατιωτικό νοσοκομείο Λευκωσίας.
“Απ’ τις χοντρές ελληνικές κοκκάλες του», όπως είπε, «κι από κείνο το χρυσό κωσταντινάτο που άχνιζε στον κόρφο του”.
Βγήκε από το νεκροτομείο χαμογελώντας κι όταν ρωτήθηκε από τους οικείους του γιατί γελούσε, κι αν τελικά δεν είναι ο Γρηγόρης, αυτός απάντησε με περηφάνια: “Ναι, ο Γρηγόρης είναι, αλλά να μην μας δούνε αυτά τα σκυλιά να κλαίμε” και αφού απομακρύνθηκε λίγο, έβαλε τα κλάματα.
Η μάνα του όταν πληροφορήθηκε το μαύρο μαντάτο έσφιξε το μαύρο της τσεμπέρι κάτω απ’ το δυνατό σαγόνι της και είπε ακριβώς τα λόγια που περίμενε ο γιος της: “Είμαι περήφανη για τον γιο μου. Κάλλιο μια φούχτα τιμημένη στάχτη, παρά γονατισμένος ο λεβέντης μου”.
Από φόβο λαϊκών εκδηλώσεων οι Άγγλοι έθαψαν το καμένο σώμα του Γρηγόρη στις Κεντρικές Φυλακές Λευκωσίας, στις 4 Μαρτίου 1957, στον χώρο που είναι γνωστός σήμερα ως “Φυλακισμένα Μνήματα”.
Ο Γρηγόρης Αυξεντίου απέδειξε ότι ο ηρωισμός δεν είναι λόγια αλλά αποφάσεις και πράξεις.
Εμείς το λιγότερο που οφείλουμε στο Γρηγόρη και σε όλους τους ήρωες μας είναι, να συνεχίζουμε να αγωνιζόμαστε για μια λεύτερη Κύπρο.
Γραφείο Τύπου
Νεολαίας ΕΔΕΚ
03/03/2016